Πιπίλισμα δακτύλου και μεταβατικό αντικείμενο

Απαντά η Έλενα Τερζίογλου
Κλινική Ψυχολόγος

Αγαπητή κα Τερζίογλου σας συγχαίρω για την τόσο σημαντική συμβολή σας στην υποστήριξη και ενημέρωση των γονιών. Συγχαρητήρια επίσης και σε όλη την ομάδα του μητρικού θηλασμού που στέκεται δίπλα στις μητέρες που θηλάζουν από την πρώτη στιγμή.

Θήλασα και εγώ το αγοράκι μου αποκλειστικά για 7,5 μήνες μέχρι πριν λίγες μέρες και αποθήλασα εντελώς φυσικά καθώς με τα 2 γεύματα θηλασμού την ημέρα είχε μειωθεί εντελώς η παραγωγή. Παρά το άγχος μου για αυτή τη διαδικασία προσπάθησα να γίνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για το παιδί και πραγματικά δέχτηκε με σχετική ευκολία τη μετάβαση στο μπιμπερό αφού δεν τον πίεσα καθόλου.

Ομολογώ πως όσο σημαντικές ήταν οι στιγμές του θηλασμού άλλο τόσο σπουδαίες είναι και οι φάσεις του ομαλού φυσικού αποθηλασμού. Βέβαια δούλεψα πολύ με τον εαυτό μου όταν συνειδητοποίησα ότι πλησιάζει η ώρα να αποθηλάσω, ενημερώθηκα, αναρωτήθηκα αν ήταν η ώρα για μένα και το παιδί να το κάνω και οπλίστηκα με θάρρος για να “πενθήσω” το θηλασμό και να μεταβώ σε μια άλλη κατάσταση.

Το ερώτημά μου όμως αφορά το πιπίλισμα του δαχτύλου. Συνειδητά μετά από προβληματισμό δεν δώσαμε πιπίλα στο μωρό παρόλο που αυτό σήμαινε αποδοχή του πιπιλίσματος ως μεταβατικό αντικείμενο και πολύ περισσότερη αγκαλιά τις ώρες που το βρεφάκι μας έπρεπε να νανουριστεί και να ησυχάσει. Δεν το μετανιώσαμε γιατί τελικά έχουμε ένα δυναμικό, χαδιάρικο παιδάκι που εκφράζει με ήχο ό,τι θέλει, χρησιμοποιεί τα χέρια του και δεν “χάνεται” στον κόσμο του μπουκωμένο από μια πιπίλα.

Ενώ όμως γύρω στον 5ο μήνα άρχισε να δείχνει μια αποστροφή στο δάχτυλό του (το χρησιμοποιούσε μόνο για να κοιμηθεί) παρουσιάζει μια παλινδρόμηση και το κάνει σε διάφορες στιγμές άσχετες με τον ύπνο, που ενέχουν όμως άγχος. Παράδειγμα όταν δεν τα καταφέρνει με ένα παιχνίδι, όταν μένει μόνος, όταν χάνομαι για λίγο από μπροστά του αμέσως το βάζει στο στόμα. Αν του μιλήσω ή αν του δώσω κάτι στο χέρι το βγάζει. Τις τελευταίες μέρες μάλιστα ανταποκρίνεται και στη λεκτική μου οδηγία να το βγάλει από το στόμα, το τηρεί για λίγο και αν η κατάσταση που τον αγχώνει δεν αλλάξει το ξαναβάζει.

Γνωρίζω πως διανύει τη φάση του άγχους αποχωρισμού και της οδοντοφυΐας που σίγουρα εντείνουν τέτοιες συμπεριφορές και δεν θεωρώ άσχετο και τον αποθηλασμό. Όμως πια θα πρέπει να είναι η στάση μου στην ηλικία που βρίσκεται το μωρό; Στη σχέση μου μαζί του είμαι πολύ δοτική αλλά και του θέτω όρια όταν χρειάζεται ανάλογα φυσικά με το εξελικτικό στάδιο που διανύει κάθε φορά. Δεν με ενοχλεί  καθόλου το “κοινωνικό” κομμάτι του πιπιλίσματος παρά μόνο η διαπαιδαγώγηση ενός ασφαλούς και ανεξάρτητου συναισθηματικά και ψυχικά παιδιού.

Πως με συμβουλεύτε να χειριστώ το θέμα;
Ευχαριστώ εκ των προτέρωνΛένα Χ.,  Ξάνθη

Αγαπητή Λένα,
Σας ευχαριστώ θερμά για τα καλά σας λόγια.

Όσον αφορά στην συμπεριφορά του μικρού σας, θέτετε δύο βασικά θέματα που αφορούν στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και είναι αλληλένδετα μεταξύ τους. Το ένα έχει να κάνει με το στάδιο ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης που βρίσκεται το παιδί που είναι και το πρώτο στάδιο ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης.

Ονομάζεται στοματικό στάδιο, διαρκεί χονδρικά τον πρώτο χρόνο ζωής, και καθορίζεται από την ευχαρίστηση που παίρνει το βρέφος από την τροφή και τις σχετιζόμενες διαδικασίες, παραδείγματος χάριν το πιπίλισμα που αφορά στη διέγερση της στοματικής κοιλότητας και των χειλιών (Freud, 1905).

Άλλωστε η πρώτη κίνηση του βρέφους, που είναι βιολογικά καθορισμένη, είναι να βρει την θηλή για να φάει και να επιβιώσει. Επιπλέον, το βρέφος δεν έχει άλλο τρόπο αρχικά να γνωρίσει τα αντικείμενα από το να τα βάζει στο στόμα όπως βλέπουμε όταν παρατηρούμε πως προσεγγίζει το μωρό ένα νέο αντικείμενο. Συνεπώς, είναι μια αναπόφευκτη, φυσιολογική διαδικασία.

Το άλλο θέμα έχει να κάνει με τον όρο «μεταβατικό αντικείμενο». Δεν είμαι σίγουρη με ποιο ακριβώς νόημα το χρησιμοποιείτε στην πρόταση σας μια και η έννοια αυτή αφορά σε ένα φυσιολογικό φαινόμενο που δεν έχει να κάνει με το αν θα το αποδεχτούμε εμείς ή όχι, αλλά αφορά στην φυσιολογική ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.

Αντιθέτως η απουσία ενός μεταβατικού αντικειμένου αποτελεί ένδειξη ψυχοπαθολογίας για ένα παιδί και μάλιστα σοβαρής. Επίσης, ένα βασικό χαρακτηριστικό του είναι ότι δεν μπορούμε να το επιλέξουμε εμείς αλλά πρέπει να το κάνει μόνο του το παιδί. Θα εξηγήσω πιο αναλυτικά την έννοια του μεταβατικού αντικειμένου:

Ο παιδίατρος και ψυχαναλυτικής Donald Winnicott ήταν εκείνος που αναφέρθηκε το 1953 στον όρο «μεταβατικό αντικείμενο» και «μεταβατικά φαινόμενα», έννοιες που βοήθησαν ιδιαίτερα στην κατανόηση της αναπτυξιακής διαδικασίας της διαφοροποίησης του παιδιού από την μαμά του.

Η κύρια συνεισφορά του ήταν η αναγνώριση των φαινόμενων που λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια του μεταβατικού σταδίου όπου το βρέφος είναι ανίκανο να διαφοροποιηθεί από τον άλλο (την μητέρα), στην αυξανόμενη ικανότητα του να αναγνωρίζει και να αποδέχεται την πραγματικότητα. Σύμφωνα με τον Winnicott αυτά τα φαινόμενα είναι ιδιαίτερα παρατηρήσιμα όταν το παιδί πέφτει για ύπνο και αποτελούν άμυνα ενάντια στο άγχος, ιδιαίτερα το άγχος που συνδέεται με θλίψη.

Προσδιόρισε το μεταβατικό φαινόμενο ως «μια ενδιάμεση περιοχή εμπειρίας, όπου συνεισφέρουν τόσο η εσωτερική πραγματικότητα όσο και η εξωτερική ζωή». Το μεταβατικό αντικείμενο είναι «το πρώτο μη-εγώ απόκτημα» και «όχι μέρος του σώματος του βρέφους, εντούτοις δεν αναγνωρίζεται και ως ανήκον εξ’ ολοκλήρου στην εξωτερική πραγματικότητα».

Σαφώς το μεταβατικό αντικείμενο συμβολίζει το στήθος και κατ’ επέκταση τη μητέρα. Κάποια νήπια έχουν τον αντίχειρα στο στόμα τους ενώ με το άλλο τους χέρι κρατούν ένα σεντονάκι, μια πετσετούλα ή μια κουβερτούλα που το βάζουν επίσης στο στόμα. Ο Winnicott θεώρησε τα μεταβατικά φαινόμενα «πανανθρώπινα και υγιή».

Ακόμη, το 1971 πρότεινε ότι το μεταβατικό φαινόμενο είναι ιδιαίτερα σημαντικό στη διεργασία ψευδαίσθησης-αποψευδαισθητοποίησης κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του Εγώ. Οι περισσότερες μητέρες προσαρμόζονται στις ανάγκες του βρέφους και βάζοντας το στήθος τους εκεί όπου το χρειάζεται το βρέφος, του δίνουν την ευκαιρία να έχει την «ψευδαίσθηση» ότι το στήθος αποτελεί μέρος του ίδιου. Έτσι, το βρέφος «δημιουργεί» συνεχώς το στήθος (ψευδαίσθηση) μέσα από την ανάγκη του. Το βασικό έργο της μητέρας είναι η από-ψευδαισθητοποίηση (disillusionment), δηλαδή η αυξανόμενη αναγνώριση και αποδοχή της πραγματικότητας (Winnicott, 1971).

Πολλοί συγγραφείς τονίζουν ότι το μεταβατικό αντικείμενο είναι το πρώτο βήμα προς την ανεξαρτησία και την αυτονομία του Εγώ (Coppolillo, 1967· Greenacre, 1969). Κοινός παρονομαστής όλων των μεταβατικών φαινομένων, παρά τις διαφορετικές λειτουργίες και περιόδους έναρξης τους, είναι ότι χρησιμοποιούνται σε μεταβατικά στάδια και αντιπροσωπεύουν λειτουργικές ιδιότητες της μητέρας, απαραίτητες για περαιτέρω ανάπτυξη (Hong, 1978). 

Η πρώτη μετάβαση λαμβάνει χώρα γύρω στον τρίτο μήνα ζωής, όπου το βρέφος μπορεί να διαχωρίσει έμψυχα από άψυχα αντικείμενα (Mahler, 1967a). Κατά τον Winnicott αυτή είναι η περίοδος που αρχίζει η διαφοροποίηση μεταξύ του εαυτού και του κόσμου. Σε αυτή τη μεταβατική περίοδο το βρέφος βιώνει ένταση και «οργανική δυσφορία» από την ταυτόχρονη επίδραση της εσωτερικής (δικές του ανάγκες που πιέζουν για άμεση ικανοποίηση) και εξωτερικής πραγματικότητας (ερεθίσματα από το περιβάλλον).

Λόγω της έλλειψης διαφοροποίησης του το βρέφος πρέπει να βασιστεί σε εξωτερικές πηγές, κυρίως στη μητέρα. Η ίδια η μητέρα και οι διάφορες καθησυχαστικές της δραστηριότητες προκύπτουν ως μεταβατικά φαινόμενα. Έτσι, η ένταση μειώνεται στην ενδιάμεση περιοχή εμπειρίας που ονομάζεται έτσι γιατί για το βρέφος δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο τι προέρχεται από εκείνο και τι κάνει η μητέρα. Σε αυτή την φάση λοιπόν το μεταβατικό αντικείμενο αντιπροσωπεύει μια συνέχεια ανάμεσα στην εσωτερική και εξωτερική πραγματικότητα, ανάμεσα στον εαυτό και τον εξωτερικό κόσμο.

Η δεύτερη σημαντική μετάβαση συμβαίνει γύρω στους εννέα μήνες όταν το βρέφος έχει διαφορετικές αντιδράσεις στη μητέρα του, στους ξένους και έχει άγχος αποχωρισμού.

Σε αυτό το στάδιο, το βρέφος αναζητά ενεργά τη μητέρα, εκδηλώνει έντονες συμπεριφορές προσκόλλησης και φοβάται μην τη χάσει. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίζεται από μια αλλαγή: από την παθητικότητα στην αυξανόμενη δραστηριότητα του βρέφους και από την πρώτη φάση της διεργασίας αποχωρισμού εξατομίκευσης  (διαφοροποίηση) στη δεύτερη (εξάσκηση).

Τώρα το βρέφος είναι σε θέση να «ανακαλύψει» ή να «δημιουργήσει» την κουβερτούλα ως υποκατάστατο της μητέρας και της ανακούφισης που δημιουργεί η επαφή ή ως ένα αντικείμενο προσκόλλησης όταν αποχωρίζεται τη μητέρα ή έχει δυσφορία. Έτσι, η κουβέρτα είναι ένας τρόπος διατήρησης μιας εγγύτητας με τη μητέρα και ταυτόχρονα ανταποκρίνεται στην ανάγκη του βρέφους για σχετική αυτονομία του Εγώ· αναπαριστά τόσο τον φόβο όσο και την ανάγκη για αποχωρισμό. Σε αυτό το πλαίσιο κάθε παιδί επιλέγει ένα δικό του αντικείμενο ως μεταβατικό και δεν μπορεί να του επιβληθεί από κάποιον άλλο.

Οι γονείς καταλαβαίνουν την σημασία του για το παιδί, έτσι το παίρνουν μαζί τους στα ταξίδια. Η μαμά το αφήνει να «βρωμίσει» γιατί αν το πλένει συνεχώς είναι σαν να εισάγει μια διακοπή της εμπειρίας που μπορεί να ταράξει το βρέφος. Ο Winnicott συμπεριέλαβε πολλά αντικείμενα-αποκτήματα υπό τον όρο μεταβατικά φαινόμενα, όπως για παράδειγμα κουβέρτες, λούτρινα ζωάκια, σεντονάκια, μέρος του ρούχου του παιδιού (π.χ. μπορεί να μασουλάει την άκρη της πιζάμας του), αλλά και η ίδια η μητέρα.

Στις αρχές του δεύτερου χρόνου ζωής όπου το παιδί διεκδικεί την ανεξαρτησία και αυτονομία του Εγώ λαμβάνει χώρα η τρίτη μετάβαση. Σε αυτό το στάδιο το παιδί εγκαθιστά μια αίσθηση ξεχωριστής ύπαρξης από τη μητέρα του και τους άλλους ανθρώπους, και αρχίζει να χρησιμοποιεί τη μητέρα ως μια ασφαλή βάση για εξερεύνηση και παιχνίδι. Συχνά σε αυτή την φάση μπορεί να βρει και μια δική του λέξη για το μεταβατικό αντικείμενο. Τα λούτρινα ζωάκια και άλλα μαλακά παιχνίδια είναι πιο ευχάριστα στο παιδί σε αυτή τη φάση, γιατί του παρέχουν μια επαφή και επίσης μπορεί να παίξει με αυτά και να τα εξερευνήσει.

Παρατηρώντας λοιπόν εξελικτικά αυτές τις φάσεις βλέπουμε ότι υπάρχει μια αλληλουχία γεγονότων που ξεκινά με τις δραστηριότητες του βρέφους σχετικά με το στόμα (π.χ. το πιπίλισμα) και οδηγεί προοδευτικά στην προσκόλληση σε ένα αρκουδάκι, μια κούκλα, ένα μαλακό (ή ένα σκληρό ενδεχομένως) παιχνίδι. Μεταβατικά φαινόμενα αποτελούν επίσης οι συλλαβές που λέει το μωράκι (μπα-μπα, μα-μα) που γίνονται αργότερα τα τραγουδάκια και οι μελωδίες που έχει ακούσει από την μητέρα την ώρα του ύπνου. Σταδιακά το παιδί καθώς μεγαλώνει χρειάζεται όλο και λιγότερο το μεταβατικό αντικείμενο ώσπου στο τέλος αυτό χάνει το νόημα του (δεν ξεχνιέται ούτε υπάρχει πένθος γύρω από αυτό). Μια επιπλέον λειτουργία του μεταβατικού αντικειμένου είναι ότι εισάγει το παιδί στη συμβολική λειτουργία, κρίσιμη για την ψυχική υγεία του παιδιού.

Έτσι λοιπόν όταν το παιδί αδυνατεί να κάνει μια συναισθηματική σύνδεση με την μητέρα μπορεί να προσπαθήσει να καθησυχάσει τον εαυτό του από τα δυσφορικά επίπεδα άγχους που νοιώθει πιπιλίζοντας τον αντίχειρα του ή μια πιπίλα ή να ζητά φαγητό.

Αυτοί οι μηχανισμοί αυτό-ρύθμισης εδραιώνονται και αποτυπώνονται ως τα πρωταρχικά μέσα που διαθέτει το βρέφος για αυτό-καθησύχαση (όπως είπαμε βρισκόμαστε στο στοματικό στάδιο) και τα οποία αντικαθιστούν την προσκόλληση και την φροντίδα (Bowlby, 1960). Σύμφωνα με αυτή την θεώρηση κάποιοι συγγραφείς έχουν συνδέσει την διακοπή/διατάραξη της προσκόλλησης με τις διαταραχές διατροφής και το ότι αυτές συχνά πυροδοτούνται από εμπειρίες αποχωρισμού και απώλειας ή φόβου απώλειας, όπως για παράδειγμα η εφηβεία, ο αποχωρισμός λόγω σπουδών, ο χωρισμός με έναν σύντροφο ή ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου (Pearlman, 2005).

Συχνά, παιδιά που ήδη έχουν εγκαταλείψει το πιπίλισμα του αντίχειρα μπορεί ασυναίσθητα να το ξανακάνουν σε καταστάσεις που τα αγχώνουν ή τους προκαλούν σύγχυση, προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να καθησυχαστούν και να απωθήσουν την απειλητική αίσθηση ότι χάνουν τον έλεγχο (Vauhkonen, 1993).

Δεν μπορώ να γνωρίζω την ποιότητα της σχέσης σας με τον μικρό σας, όμως είναι σημαντικό να διερευνήσετε σε ποιες συνθήκες ανατρέχει σε αυτή την συνήθεια πιο συγκεκριμένα. Δηλαδή, σε ποιες καταστάσεις δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα χωρίς να βάλει το χεράκι στο στόμα; Ενδεχομένως να είναι καταστάσεις που αισθάνεται ότι δεν μπορεί να ανατρέξει σε εσάς (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εσείς δεν είστε διαθέσιμη). Δεν ξέρω τι εννοείτε με το «κοινωνικό κομμάτι του πιπιλίσματος», όμως στην εξελικτική φάση που βρίσκεται το παιδί είναι σημαντικό να μην θεωρείται η συνήθεια του μη αποδεκτή ή να νομίζει ότι θα τον μαλώσετε.

Τέλος κάτι που θεωρώ αρκετά σημαντικό: σε σχέση με τον αποθηλασμό από τον τρόπο που τον περιγράφετε δεν μου είναι ξεκάθαρο αν αποθηλάσατε επειδή ήταν δική σας επιλογή ή αν σας μειώθηκε το γάλα λόγω λανθασμένων οδηγιών (π.χ. γιατί κάνατε μόνο δύο θηλασμούς την ημέρα;). Ελπίζω να συμβαίνει το πρώτο γιατί έχω την αίσθηση ότι το περιγράφετε σαν κάτι που σας επιβλήθηκε απέξω.

Γενικώς, καλό είναι να δώσετε χρόνο στον εαυτό σας προκειμένου να δείτε τι σημαίνει για εσάς ο αποθηλασμός καθώς για κάθε γυναίκα είναι μια πολύ σημαντική διαδικασία όπου αναδύονται πολλά θέματα όχι μόνο σε σχέση με το μωρό της αλλά και από την δική της ιστορία.

Συμφωνώ κι εγώ ότι μπορεί να μην είναι άσχετο με την συμπεριφορά του παιδιού. Η διακοπή της σίτισης από το στήθος δεν σημαίνει απαραίτητα αποθηλασμό για το παιδί. Κάποιες φορές αν η διαδικασία της απο-ψευδαισθητοποίησης που περιέγραψα πιο πάνω έχει βιωθεί κάπως απότομα από το παιδί, τότε μπορεί να δυσκολεύεται να αποδεχτεί την ματαίωση που συνεπάγεται ο αποθηλασμός (και τις ματαιώσεις που συμβολίζει γενικώς).

Βιβλιογραφία:

  • Bowlby, J. (1960). Separation Anxiety. International Journal of Psycho-Analysis, 41, 89-113.
  • Coppolillo, H. P. (1967). Maturational aspects of the transitional phenomenon. International Journal of Psychoanalysis, 48, 237-246.
  • Freud, S. (1953). Three essays on the theory of sexuality. In J. Strachey (Ed. and Trans.), The standard edition of the complete psychological works of Sigmund Freud (Vol.7, pp.123-247). London: Hogarth Press. (Original work published 1905).
  • Greenacre, P. (1969). The fetish and the transitional object. Psychoanalytic Study of the Child, 24, 144-164.
  • Hong, K. M. (1978). The transitional phenomena –A theoretical integration. Psychoanalytic Study of the Child, 33, 47-78.
  • Mahler, M. S. (1967a). On human symbiosis and the vicissitudes of individuation. Journal of the American Psychoanalytic Association, 15, 710-762.
  • Pearlman, E. (2005). Terror of Desire: The Aetiology of Eating Disorders from an Attachment Theory Perspective.  Psychoanalytic Review   92: (2) 223-235.  
  • Vauhkonen, K. (1993). On Manifestations of Early Traumas in Symptoms and Character Traits.  Scandinavian Psychoanalytic Review   16: (1) 1-21.
  • Winnicott, D. (1953). Transitional Objects and Transitional Phenomena—A Study of the First Not-Me Possession. International Journal of Psychoanalysis   34, 89-97.
  • Winnicott, D. (1971). Playing and reality. London: Routledge.

Τις ερωτήσεις σας προς τη στήλη “Ρώτα τον Ειδικό
μπορείτε να τις στέλνετε ΕΔΩ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *