Η δυσλειτουργία του θυρεοειδούς της εγκύου κατά την πρώιμη εγκυμοσύνη, σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, μπορεί να έχει μόνιμες επιπτώσεις στο παιδί, όπως υπολειπόμενη νευροανάπτυξη, έως και ήπια νοητική υστέρηση!
Όπως δείχνουν πρόσφατες αναδρομικές μελέτες στην Αμερική, αυξάνεται η ανησυχία ότι ακόμα και η οριακή θυρεοειδική δυσλειτουργία της εγκύου, ιδιαίτερα ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός και η μεμονωμένη υποθυροξιναιμία (κανονική TSH και χαμηλή FT4) , σχετίζονται με απώλεια του εμβρύου, πρόωρη κύηση και μειωμένο IQ των απογόνων, από 2-7 βαθμούς λιγότερους, σε σύγκριση με τα παιδιά των ευθυρεοειδικών μητέρων!
Σε ορισμένες μελέτες, η μητρική θυρεοειδική αυτοανοσία έχει επίσης αναγνωριστεί ως δυνητικός κίνδυνος για απώλεια του εμβρύου.
Επειδή οι διαταραχές του θυρεοειδούς είναι ιδιαίτερα συχνές σε γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας, θυρεοειδική δυσλειτουργία παρατηρείται συχνά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, μερικές φορές ως νέα διάγνωση.
Για τους παραπάνω λόγους η Αμερικάνικη Εταιρεία Θυρεοειδούς το 2017, εμπλούτισε τις κατευθυντήριες οδηγίες της, ώστε να κατευθύνει τους κλινικούς γιατρούς ως προς το χειρισμό των γυναικών, οι οποίες διαγιγνώσκονται με διάφορες θυρεοειδικές παθήσεις κατά ή αμέσως μετά την εγκυμοσύνη. Παράλληλα όλο και περισσότερες χώρες (και στην Ευρώπη, με 1η την Μ. Βρετανία) διενεργούν στον τακτικό έλεγχο όλων των εγκύων, την εξέταση της θυρεοειδικής λειτουργίας.
«Η θυρεοειδική δυσλειτουργία μπορεί να διαγνωστεί εύκολα με φθηνές και αξιόπιστες αιματολογικές εξετάσεις και διορθώνεται άμεσα με ανέξοδες και διαθέσιμες θεραπείες» αναφέρει ο διαπρεπής εξειδικευμένος χειρουργός ενδοκρινών αδένων, κ. Δημήτριος Γιάλβαλης, Υπεύθυνος Τμήματος Ενδοκρινικής Χειρουργικής της Κλινικής Γενικής Λαπαροσκοπικής Χειρουργικής και Χειρουργικής Πεπτικού στον Όμιλο του Ιατρικού Αθηνών.
«Η παρακολούθηση όλων των εγκύων γυναικών, όπως εξηγεί ο κ. Γιάλβαλης, με μέτρηση της TSH και TPOAb στο το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης είναι οικονομικά συμφέρουσα, σε σχέση με τη στοχευμένη ή καθόλου εξέταση και τα οφέλη είναι εμφανή ακόμη εάν διαπιστωθεί μόνο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός».
Οδηγίες της Αμερικάνικης Εταιρείας Θυρεοειδούς
Η εξέταση της θυρεοειδικής λειτουργίας σε κάθε έγκυο, ως απαραίτητη συνήθης πρακτική, αποτελεί τα τελευταία χρόνια πεδίο έντονης συζήτησης και αντιπαράθεσης, καθώς υπάρχουν γιατροί που δεν την κρίνουν απαραίτητη. Όμως η Αμερικανική Εταιρεία Θυρεοειδούς σε μερικές από τις νέες της (2017) συστάσεις προς τους κλινικούς ιατρούς (γυναικολόγους ή ενδοκρινολόγους ) τονίζει ότι θα πρέπει να γνωρίζουν και να λαμβάνουν υπόψη τους τα κάτωθι:
- Οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της εγκυμοσύνης και τη βέλτιστη ανάπτυξη του εμβρύου
- Η δυσλειτουργία του θυρεοειδούς είναι συχνή στις εγκύους, αλλά και μετά την εγκυμοσύνη, ενώ επιπλέον έχει δυσμενή αποτελέσματα στην νευροαναπτυξιακή λειτουργία του εμβρύου
- Κλινικός επίσημος υποθυρεοειδισμός εμφανίζεται σε 0,2-0,6% των εγκύων γυναικών, ενώ αντίστοιχα υπερθυρεοειδισμός, συνήθως λόγω νόσου του Graves, συμβαίνει με μια συχνότητα περίπου 0,2%
- Κατά την εγκυμοσύνη, περίπου το 25% των γυναικών με υποκλινικό υποθυρεοειδισμό θα έχει επίμονα ανεβασμένα
επίπεδα TSH και μετά την γέννα.
«Τέλος, πολύ σημαντικό είναι να αναφέρουμε, ότι η εξασφάλιση επαρκούς λήψης ιωδίου από τις εγκύους, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και η διόρθωση της ήπιας-μέτριας ανεπάρκειας, έχει σημαντικά οφέλη για τα παιδιά και θα πρέπει να γίνεται με στοχευμένα προγράμματα προβολής, εκστρατείες δημόσιας υγείας και επαρκή προγεννητικό έλεγχο» καταλήγει ο γενικός χειρουργός κ. Γιάλβαλης.