Είμαστε ότι τρώμε… τι γίνεται όμως όταν «τρώμε για δύο»;

Είμαστε ότι τρώμε… τι γίνεται όμως όταν «τρώμε για δύο»;

Εξελικτικές ριζές της υγείας και της ασθένειας | Developmental origins of Health and Disease hypothesis (DoHAD)

Πως μπορεί να επηρεάζει ο υποσιτισμός ή η παχυσαρκία στη διάρκεια της κύησης τον απόγονο στην μετέπειτα ζωή του;

Είναι γνωστό ότι διατροφικά στοιχεία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης παίζουν σημαντικό ρόλο για το αναπτυσσόμενο βρέφος.

Γράφει η Ξανθή Μαραγκουδάκη Βιολόγος – Διατροφολόγος, MSc, RNutr, PhD, επιστημονική συνεργάτης του mitrikosthilasmos.com

Γνωρίζουμε για το ρόλο της πρόσληψης φολικού οξέος στην πρόληψη βλαβών των νευροσωληνίσκων, την επίδραση αυξημένης κατανάλωσης βιταμίνης Α στο αυξημένο ρίσκο τερατογέννεσης και την θετική επίδραση της πρόσληψης ω-3 λιπαρών οξέων στην ωρίμανση και ανάπτυξη του οπτικού συστήματος και του εγκεφάλου.

Πως όμως μπορεί να επηρεάζει ο υποσιτισμός ή η παχυσαρκία στη διάρκεια της κύησης τον απόγονο στην μετέπειτα ζωή του;

Καίριες αναπτυξιακές περίοδοι και περιβαλλοντικές επιρροές κατά την εμβρυική και βρεφική ηλικία φαίνεται να καθορίζουν τη διατήρηση της υγείας και την προδιάθεση για ασθένεια στη μετέπειτα ζωή.

Αυτές οι περίοδοι χαρακτηρίζονται από πλαστικότητα εξαιτίας του γρήγορου κυτταρικού πολλαπλασιασμού που καθιστώντας τον οργανισμό των παιδιών ευάλωτο σε περιβαλλοντικούς παράγοντες [1].

Τα πρώτα επιδημιολογικά στοιχεία τα οποία ανέδειξαν τον ρόλο της διατροφής στην πρώιμη ηλικία προήλθαν από αναδρομικές έρευνες στη Νορβηγία και στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου αυξημένη επίπτωση καρδιακών παθήσεων στους ενήλικες συνδέονταν με αυξημένη θνησιμότητα και μειωμένο βάρος των νεογνών στις ίδιες περιοχές [2-4].

Επιπλέον στοιχεία από τον Ολλανδικό λιμό το 1944, έδειξαν πως ο υποσιτισμός κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης συνδεόταν με δυσανεξία στη γλυκόζη και παχυσαρκία στους απογόνους [5].

Βασισμένη σε αυτά τα στοιχεία αναπτύχθηκε η θεωρία του “λιτού φαινότυπου” (thrifty phenpotype). Όταν το έμβρυο εκτίθεται σε ένα διατροφικά φτωχό περιβάλλον, ο μεταβολισμός της γλυκόζης-ινσουλίνης του υφίσταται μόνιμες αλλαγές προκειμένου μετά τη γέννα να μπορεί να επιβιώσει εάν βρεθεί σε αντίστοιχες συνθήκες. Εάν μετά τη γέννα εκτεθούν σε μία διατροφή υψηλή σε θερμίδες το ρίσκο να αναπτύξουν παχυσαρκία ή άλλες χρόνιες ασθένειες αυξάνεται [6]. Η θεωρία αυτή έχει γίνει πλέον αποδεκτή και έχει επεκταθεί.

Με την αύξηση της παχυσαρκίας παγκοσμίως προτάθηκε αργότερα ότι η παχυσαρκία και η αυξημένη κατανάλωση θερμίδων από τις μητέρες κατά τη διάρκεια της κύησης έχει αντίστοιχες επιπτώσεις στην ανάπτυξη των εμβρύων [7, 8].

Πληθώρα ερευνών έχει συσχετίσει τη διατροφή, την αύξηση του βάρους κατά την κύηση και την παχυσαρκία της μητέρας με ανάπτυξη παχυσαρκίας στην παιδική ηλικία, την εφηβεία αλλά και την ενήλικη ζωή στους απογόνους.

Χαρακτηριστικά, μια έρευνα από το Ηνωμένο Βασίλειο σε 13.188 τρίχρονα παιδιά έδειξε πως 23% των παιδιών ήταν παχύσαρκα εάν η μητέρα ήταν υπέρβαρη στην αρχή της εγκυμοσύνης. Επιπλέον, μια μετανάλυση 45 ερευνών έδειξε πως η προϋπάρχουσα παχυσαρκία στη μητέρα αυξάνει το ρίσκο του απογόνου για την ανάπτυξη παχυσαρκίας στο διπλάσιο [9].

Ο επόμενος στόχος των ερευνητών είναι να βρουν τρόπους να συμβάλλουν στην πρόληψη των χρόνιων ασθενειών στους απογόνους μέσω της διατροφής της μητέρας.

Πειραματικές έρευνες έχουν δείξει ευεργετική επίδραση στην έκβαση της κύησης μιας διατροφής πλούσιας σε φυτικές ίνες και αντιοξειδωτικά, της φυσικής άσκησης και της πρόσληψης πολυακόρεστων λιπαρών οξέων και προβιοτικών. Ωστόσο, ελάχιστες μελέτες έχουν παρακολουθήσει τους απογόνους μακροπρόθεσμα.

Στη ROLO (Randomised cOntrol trial of LOw glycaemic index) έρευνα μελετήθηκε πως μια διατροφή με πιο χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη μπορεί να ωφελήσει γυναίκες των οποίων τα βρέφη σε προηγούμενες γέννες παρουσίασαν μακροσωμία.

Οι γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα παρουσίασαν καλύτερο μεταβολισμό της γλυκόζης και τα βρέφη μειωμένο λιπώδη ιστό [10].

Η μελέτη UPBEAT από το King’s College London εξετάζει το πώς μια διατροφή χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη σε συνδυασμό με γυμναστική κατά τη διάρκεια της κύησης επηρεάζει την πιθανότητα ανάπτυξης παχυσαρκίας και διαταραχών καρδιακής λειτουργίας σε παιδιά τριών και πέντε ετών [11]. Αποτελέσματα από αυτή την έρευνα αναμένονται σύντομα.

Τέλος, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι ο θηλασμός παίζει καθοριστικό ρόλο στη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης παχυσαρκίας. Αυτό αποδεικνύεται από μια συστηματική ανασκόπηση που συσχετίζει τη μειωμένη επίπτωση της παχυσαρκίας με το θηλασμό [12]. Ενώ σε μία αναδρομική έρευνα σε 32.200 παιδιά από 39-42 μηνών το ποσοστό παχυσαρκίας ανάμεσα στα παιδιά που είχαν θηλάσει ήταν στατιστικά μικρότερο [13].

Εφόσον αξιολογηθούν όλοι οι παράγοντες που επηρεάζουν την προδιάθεση προς χρόνιες ασθένειες κατά την εμβρυική, βρεφική και παιδική ηλικία θα είναι πιο εύκολο να σχεδιαστούν στρατηγικές δημόσιας υγείας που θα στοχεύουν στην καλύτερη διατροφή σε αυτή την ευάλωτη περίοδο της ζωής με στόχο την βέλτιστη υγεία των παιδιών στην μετέπειτα ζωή τους.

~ Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή του άρθρου χωρίς άδεια ~

+/- Βιβλιογραφία:

1. Symonds, M.E., et al., Nutritional programming of the metabolic syndrome. Nat Rev Endocrinol, 2009. 5(11): p. 604-10.
2. Forsdahl, A., Living conditions in childhood and subsequent development of risk factors for arteriosclerotic heart disease. The cardiovascular survey in Finnmark 1974-75. J Epidemiol Community Health, 1978. 32(1): p. 34-7.
3. Forsdahl, A., Are poor living conditions in childhood and adolescence an important risk factor for arteriosclerotic heart disease? Br J Prev Soc Med, 1977. 31(2): p. 91-5.
4. Barker, D.J., et al., Weight in infancy and death from ischaemic heart disease. Lancet, 1989. 2(8663): p. 577-80.
5. Ravelli, A.C., et al., Glucose tolerance in adults after prenatal exposure to famine. Lancet, 1998. 351(9097): p. 173-7.
6. Barker, D.J.P., Mothers, babies, and health in later life. 2nd ed. 1998, Edinburgh ; New York: Churchill Livingstone. ix, 217 p.
7. Gluckman, P.D. and M.A. Hanson, The developmental origins of the metabolic syndrome. Trends Endocrinol Metab, 2004. 15(4): p. 183-7.
8. Gluckman, P.D. and M.A. Hanson, Living with the past: evolution, development, and patterns of disease. Science, 2004. 305(5691): p. 1733-6.
9. Yu, Z., et al., Pre-pregnancy body mass index in relation to infant birth weight and offspring overweight/obesity: a systematic review and meta-analysis. PLoS One, 2013. 8(4): p. e61627.
10. Donnelly, J.M., et al., Impact of maternal diet on neonatal anthropometry: a randomized controlled trial. Pediatr Obes, 2014.
11. Poston, L., et al., Developing a complex intervention for diet and activity behaviour change in obese pregnant women (the UPBEAT trial); assessment of behavioural change and process evaluation in a pilot randomised controlled trial. BMC Pregnancy Childbirth, 2013. 13(1): p. 148-164.
12. Armstrong, J., J.J. Reilly, and T. Child Health Information, Breastfeeding and lowering the risk of childhood obesity. Lancet, 2002. 359(9322): p. 2003-4.
13. Owen, C.G., et al., Effect of infant feeding on the risk of obesity across the life course: a quantitative review of published evidence. Pediatrics, 2005. 115(5): p. 1367-77.

 

Δημοσίευση: 6/7/2016

Σχετικά άρθρα:

Όλες οι απόψεις και οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα κείμενα και στις απαντήσεις που δημοσιεύονται στο mitrikosthilasmos.com, ανήκουν στους συγγραφείς, δεν εκφράζουν απαραίτητα το mitrikosthilasmos.com, έχουν μόνο ενημερωτικό ή συμβουλευτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν υπόδειξη ιατρικής αγωγής ή θεραπείας και δεν υποκαθιστούν την επαγγελματική ιατρική συμβουλή του προσωπικού σας γιατρού. Το mitrikosthilasmos.com δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο για οποιαδήποτε ενδεχόμενη χρήση των πληροφοριών που περιλαμβάνονται εδώ.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *